Η ΔΜΣ αποτελεί ένα φυσιολογικό τρόπο αντίδρασης των ατόμων σε μια αφύσικη κατάσταση που αντιμετωπίζουν. Μια ασυνήθιστη απειλή ή μια έντονα απειλητική για τη ζωή εμπειρία μπορεί να ωθήσει σχεδόν οποιοδήποτε άτομο σε βαθιά απελπισία. Η διαφορά ανάμεσα στα άτομα που αναπτύσσουν ΔΜΣ και σε εκείνα που δεν την αναπτύσσουν είναι ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζουν την τραυματική εμπειρία. Επιδημιολογικές μελέτες δείχνουν ότι περίπου το ένα τρίτο του πληθυσμού στην Ευρώπη, τουλάχιστον μια φορά κατά τη διάρκεια της ζωής του, βρίσκεται αντιμέτωπο με ένα τραυματικό γεγονός το οποίο μπορεί να προκαλέσει ψυχικό τραύμα. Δεν εμφανίζουν, ωστόσο, όλα αυτά τα άτομα συμπτώματα που να χρήζουν θεραπείας. Σήμερα εικάζεται ότι αυτό συμβαίνει σε περίπου 20% με 30% των περιπτώσεων. Ο κίνδυνος εμφάνισης Διαταραχής Μετατραυματικού Στρες (ΔΜΣ) αυξάνεται, για παράδειγμα, εάν δεν παρασχεθεί στο άτομο βοήθεια αμέσως μετά το τραυματικό γεγονός, εάν η φυσική του κατάσταση δεν είναι καλή, εάν το κοινωνικό του περιβάλλον είναι δυσμενές ή εάν έχει υποστεί κι άλλα ψυχικά τραύματα στο παρελθόν.
Μεταξύ των θυμάτων σεξουαλικής κακοποίησης - κυρίως γυναίκες και κορίτσια- η Διαταραχή Μετατραυματικού Στρες εμφανίζεται με ιδιαίτερα υψηλή συχνότητα. Προφανώς αυτό συμβαίνει επειδή στις περιπτώσεις σεξουαλικής κακοποίησης συνυπάρχουν πολλοί παράγοντες κινδύνου. Με βάση τα ευρήματα διαφόρων μελετών, εκτιμάται ότι το ποσοστό των θυμάτων που αναπτύσσουν μετατραυματικά συμπτώματα αγγίζει μέχρι και το 80%.